Ο φάρος της Aλεξάνδρειας – Ένα από τα επτά θαύματα
Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας κτίστηκε το 279 π.Χ. από τον αρχιτέκτονα Σώστρατο τον Κνίδιο και η κατασκευή του διήρκεσε 12 χρόνια. Ήταν ο πρώτος μεγάλος φάρος. Πήρε το όνομά του από το ομώνυμο μικροσκοπικό νησάκι πάνω στο οποίο βρισκόταν. Εικάζεται ότι βρίσκονταν στη θέση που κτίστηκε τον 15ο αι. το κάστρο του Καϊτ-μπέη στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Το συνολικό του ύψος έφτανε περίπου τα 140 μέτρα (σύμφωνα με άλλους υπολογισμούς τα 110-120 μέτρα). Η μεγαλιθική κατασκευή υψώνονταν σε 3 επίπεδα πάνω σε μια ογκώδη τετράγωνη βάση από πέτρινους ογκόλιθους. Το πρώτο τμήμα ήταν τετράγωνο και το υψηλότερο. Το δεύτερο ήταν οκτάγωνο και στενότερο. Το τελευταίο τμήμα ήταν στρογγυλό και μικρότερης περιμέτρου. Εκεί είχε τοποθετηθεί το άγαλμα του Διός Σωτήρος και έβγαινε η φλόγα που οδηγούσε τους ναυτικούς. Η φωτιά ήταν ορατή από απόσταση 55 χιλιομέτρων και υπήρχαν κάτοπτρα που αντανακλούσαν το φως. Ήταν το υψηλότερο οικοδόμημα στον κόσμο μετά τις δυο μεγάλες πυραμίδες και διέθετε πληθώρα αυτομάτων μηχανισμών, δείγματα των τεχνολογικών γνώσεων και δυνατοτήτων της εποχής. Μια σειρά σεισμοί που έπληξαν την Αλεξάνδρεια από τον 4ο ως τον 14ο αιώνα μ.Χ. ήταν η αιτία των σταδιακών καταρρεύσεων του Φάρου ώσπου τελικά εγκαταλείφθηκε. Είναι ο μακροβιότερος φάρος που λειτούργησε ποτέ. Το 1990 ο Γάλλος καθηγητής Jean-Yves Empereur ίδρυσε το Κέντρο Αλεξανδρινών Σπουδών (CEAlex) για τη διάσωση και αποκατάσταση της πολύτιμης Αλεξανδρινής κληρονομιάς. Στα πλαίσια των ερευνών του χαρτογραφήθηκε ο βυθός του λιμανιού της Αλεξάνδρειας και γίνονται εργασίας ανέλκυσης των μεγαλιθικών και άλλων υπολειμμάτων του Φάρου.